ΔΡΑΚΟΜΥΓΑ Μερος πρωτο.

    Γραφει ο Μυρος   Α . Μαρακης

 Στην ελπιδα σε ολες τις ελπιδες
  
Το παραμύθι δεν είναι ένα θνησιμαίο ανάγνωσμα, αντιθέτως ναυ-
σιπλοεί τις διαδόσεις γενεών και γενεών μέσα από πολιτιστικές κα-
ταιγίδες και χαλεπούς καιρούς, αποφεύγοντας τη λησμοσύνη,
λειτουργεί ωα παυσίλυπο προσφέροντας διδαχή και ψυχική ανα-
κούφιση ανά τους αιώνες συμβάλλοντας και διατηρώντας την κλη-
ρονομιά των λαών.


Το αποκύημα ενός φαντασιακού διαλόγου επιτρέπεται να
καλπάζει ανάμεσα στα μονοπάτια του πραγματικού αμπελώνα συλ-
λέγοντας βότρυες έμπνευσης δίχως να θίγει το κορμό και τη ρίζα.

Εκείνο το καλοκαίρι ήταν αγωνιώδες, θερμοπληξιακό σχεδόν, για
τους κατοίκους της ασφαλτοδεμένης μητρόπολης. Ασυνήθιστες
ποσοστώσεις υγρασίας περικύκλωναν κτήρια, ανίχνευαν κινήσεις
και επιβράδυναν ως ανυπόφορος ακάλεστος μπελάς τις καθημε-
ρινές βιασύνες και διεκδικήσεις. Η ροή των άστεων είναι ασυμβί-
βαστη και προκαθορισμένη να παράγει κατανάλωση και χώνεψη τροφών και
ιδεών παντοιοτρόπως, και απορρίπτοντας το περιττό στα φρεάτια των μηχα-
νικών στομάχων τους να ξανακυλά προς υπερκάλυψη των αναγκών.
Εκεί, στον μικρόκοσμο κάτω απ’ την πόλη συμβίωναν άπειρες κοινω-
νίες μικροοργανισμών, βακτηρίδια και παράσιτα, έντομα και σκώληκες, τρω-
κτικά, όλα αναδυόμενοι ρυπαντές, γλοιώδεις, απεχθείς, αποκρουστικοί
κυνηγοί των ανθρώπινων υπολειμμάτων που ανακύκλωναν τα ζουμιά και τα
ξύσματα του φρενιτιωδούς ρυθμού των πράξεων του θεατού κόσμου. Η συν-
δαιτυμονική τους σχέση με τον ισόθεο παραγωγό εξελισσόταν απαρχής της
ιστορίας του, συνμετανάστευαν και διασπείρονταν πλάι στην αιμοβόρα πε-
ριέργεια του με αποκορύφωση στο διάβα των αιώνων τον συνωστισμό τους
σε βιομηχανικές συμπυκνωμένες ζώνες δράσης. Οι εντεταλμένοι αστυμηχα-
νικοί τους έχοντας κατασκευάσει πολυδαίδαλους υπονόμους στα χθόνια, συ-
νεισέφεραν στην εγκατοίκηση και εξάπλωση της υπόγειας παρασιτίας τους.
Στην εσχατιά της Μητρόπολης και λίγο πριν τη σύνδεση με την εγκα-
τάσταση του υψίστης σημασίας βιολογικού καθαρισμού, σε μια καταβόθρα
ένα μέρος του μικρόκοσμου συνυπήρχε πλάι στην παθογόνα ροή. Απ’ εκεί
ως βάση γέννησης, αυτοί οι παλαιοί δίπτεροι εχθροί με ικανότητα πτήσης
μόλις λίγων χιλιομέτρων, εφορμούσαν κάθε φορά για το ένα ταξίδι της βρα-
χείας ζωής τους προς την πηγή της θρέψης. Ανεπιθύμητοι, αναγκαία κακοί,
βλαβεροί και προς αποφυγή, αντιμετωπίζονταν από τους παραγωγούς απλά
επαρκώς και ποτέ εντελώς όντας απεριόριστα περισσότεροι.

Τόνοι κτόνων προϊόντων εξαπολύονταν εναντίον τους κάθε χρόνο ρυ-
παίνοντας το αυτό περιβάλλον για μικρές στιγμές νίκης. Οι συγκεκριμένοι λι-
λιπούτιοι ως μέσο μετάδοσης μολυσματικών ασθενειών των παραγωγών και
των ζώων, επηρέασαν βαθύτατα την ιστορία της ανθρωπογεωγραφίας και ει-
καζόταν πως ίσως σκότωσαν περισσότερους απ’ ότι ο ένας τον άλλο στην πο-
ρεία όλων των αιματοβαμμένων συρράξεών τους. Με τέσσερεις χιλιάδες
ξεχωριστά μάτια, διακρίνοντας διακόσιες εικόνες ανά λεπτό και πολύ καλή
ακοή, καθίσταντο αξιόμαχοι ρυπαντές και ο φτερωτός τους βόμβος αποτε-
λούσε απειλή για τον δίσκο της διατροφικής τους ανάγκης.
Άλλη μια θλιβερή ζεστή και κολλώδη ημέρα εκείνης της περιόδου πε-
ριέλουσε με ραθυμία την ήδη νοτισμένη ατμόσφαιρα της πόλης-έρ-
μαιο των ιπτάμενων ούτως ή άλλως θερμόφιλων εχθρών, καθώς και
το επόμενο σμήνος εξορμούσε με τη σειρά του προς τους ενοχλημένους ευερ-
γέτες τους. Όλο το σμήνος; Όλο εκτός μιας τοσοδούλικης αποστασιοποιημέ-
νης θα έλεγες μονάδας που δυσδιάκριτα λίγο πιο πέρα στην εντομή ενός
βούρλου ακουμπισμένη, φαινόταν να έχει την όψη επίμονα στραμμένη αλλού.
Αν κάποια δεδομένη χρονική μικροδιάρκεια η μυθοπλασία συναντούσε
την τυχαιότητα στη ζωή κι η αυθυπέρβαση αποτελούσε όχι μόνο ανθρώπινη
ψυχική διεργασία πέραν λογικής και εμπειρίας, τότε ήταν κι αυτή μια τέτοια
στιγμή αναμόρφωσης. Αυτή η νεογέννητη μικροφτερωτή ασημαντότητα δε
θα λειτουργούσε εκείνο το πρωινό υπό το βάρος της βιολογικής της ταυτό-
τητας. Αηδιασμένη να στριφογυρίζει στα περιττώματα και τις χωματερές της
ανθρώπινης ύπαρξης, ωθούμενη από την οργή της καταδίκης μιας βρώμικης
εβδομαδιαίας διάρκειας ζωής, ονειρευόταν άλλα πλούτη από τη φτωχή της
ιδιότητα κι όχι άλλη μια μέρα αδυνατότητας.
Πλημυρισμένη από γλυκές αμφιβολίες φτερούγισε αντίθετα, άγνωστα,
κι ήταν λες και το σύνορο έγινε προτροπή’ φτερούγισε κι άλλο, και λίγο ακόμα
σαν η άγνοια να μεταμορφώθηκε σε πελώριο πέρασμα. Ένιωθε σαν να ήταν
πρώτη φορά καλύτερη απ’ το περιβάλλον της. Παρασύρθηκε από ένα λεπτό
κυματάκι αέρα κι ενθουσιασμένη από την αντίστροφη πορεία της άγγιζε την
μαγεία ενός νέου ορίζοντα.
Παιχνίδιζε ιπτάμενη ασταμάτητα, αχόρταγα απομακρύνονταν από τις
οργανικές προδιαθέσεις της ανούσιας και θλιβερής της ύπαρξης και βίωνε

μια άλλη διάσταση να την περιλούζει με χρωματισμούς, νέα ηχοαισθήματα και
επιτέλους ευοσμίες.
Το κάθε τίποτα που πρωτύτερα έβλεπε πολλαπλά, αποκτούσε μοναδι-
κότητα εστίασης και πληθώρα χαρακτηριστικών τόσο διαφορετικών όσο και
γνωστικών. Το άνοιγμα μιας αυλαίας νέων αισθήσεων κι εμπειριών τη σαγή-
νευε όλο και πιο πέρα από την αστική ανάπλαση, πάνω από λειμώνες, σχη-
ματισμένους ορεινούς αιώνες, λόφους, μακρόστενα αδιάκοπα νερά, πράσινα
χρώματα. μικροάνεμοι την πλοηγούσαν άγνωστα, χωρίς φόβο, καθώς μακριά
απ’ το σμήνος και τη σίγουρη τροφή θρασομανούσε απέναντι σε παραδοσια-
κούς θηρευτές αλλοπαρμένη απ’ τη διαρκή νέα θέαση και τις προοπτικές της.
Η μέρα αποτραβιόταν όμως και η βιολογική της εξάντληση την υποχρέωνε
προς αναγκαστική προσγείωση. οι ακρολοφίες που έμελλε ν’ αντικρύσει θα
περίμεναν λίγο ακόμη. Αποτελειωμένη ολίσθησε και κρύφτηκε στη στεφάνη
ανάμεσα στα πέταλα ενός άνθους κι αποκοιμήθηκε βαθιά, με γλυκούς πό-
νους υπέρβασης έχοντας αγνοήσει τον προκαθορισμό των ορίων δυναμικό-
τητας που η φύση έταζε σε κάθε ύπαρξη.
Το επόμενο πρωινό ήταν οδυνηρό, μακρόσυρτο, και παρόλο που ο αν-
θώνας που την φιλοξενούσε είχε προ πολλού ενεργοποιηθεί, η τοσοδούλα
της πόλεως πάσχιζε να επαναφέρει εαυτόν σε ετοιμότητα πτήσης, κι αν η
πάχνη δεν την έλουζε ψιθυριστά με μια δροσοσταλιά υπενθύμισης, θα ήταν
απών σε άλλη μια πολύτιμη μέρα της νέας μα και υπόλοιπης ζωής της. Ανα-
πτερώθηκε, ρούφηξε βουλιμικά από το νέκταρ του πανδοχέα ανθού, αντι-
κρύζοντας τον ορίζοντα των περιπετειών με πιότερη κατανόηση και
αντιλαμβανόμενη ήδη το λιγοστό σε διάρκεια αποθεματικό της, φτερούγισε
κατά τις συνετότερη προς τα εκεί.
Ένα βασίλειο αφ’ υψηλού κι αυτή μέρος της αυλής. παρατηρητής, το-
πογράφος, ενορχηστρωτής της κάθε δικής της επιθυμίας ήταν. Ανατολή-
δύση, άφθονη τροφή, ανεμελιά μα και τρομακτικοί θηρευτές. τερατώδεις
λιβελλούλες, ανατριχιαστικές μυγαλές, υπερμεγέθη πτηνά, ευτραφείς βάτρα-
χοι. ορδές απειλητικών γιγάντων της υπενθύμιζαν καθημερινά το νανώδες
της ύπαρξής της.
Δυο-τρεις ακόμα ημέρες κύλησαν με νέες γεύσεις και πεταρίσματα, μα
πιο προσεκτικά, απαρατήρητη, διαχωρίζοντας φίλους από εχθρούς. κάθε
φορά κι άλλο καταφύγιο. Απομακρυσμένη αρκετά πλέον, στο δείλι των πρωι-
νών ηρωισμών, επιλέγοντας ένα ογκώδες παχύφυλλο ν’ αποτραβηχτεί συ-
νάντησε ανάμεσα στο στέλεχος και σ’ ένα κλαδάκι, ένα σχήμα πρωτόγνωρο
με υποκίτρινο χρώμα και σπογγώδη υφή που της κέντρισε την περιέργεια.
Πλησιάζοντας διστακτικά κι επεξεργαζόμενη με τα τριχίδια στα πόδια της το
σπογγώδες κέλυφος, ένιωσε μια θέρμη να την προσκαλεί κι απόθεσε την τα-
λαιπωρία της πάνω του. Το ελλιποβαρές της σώμα ήταν ικανό να δημιουρ-
γήσει έναν πόρο υποδοχής όπου σαν μικροπύλη την εμφιλοχώρησε
αποκοιμώμενη γλυκά και απαλά προς τα ενδότερα του πιο ζεστού και θρε-
πτικού ξενώνα που θα τύχαινε ποτέ.         
  η συνεχεια αυριο...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου